Τα κάλαντα αποτελούν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και διαχρονικά έθιμα της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και σηματοδοτούν την έναρξη της περιόδου των Χριστουγέννων μέχρι την Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνεια.
Παρά το γεγονός πως παραμονή των παραπάνω ημερών, οι δρόμοι γεμίζουν από μικρά παιδιά, με τα χαρακτηριστικά τρίγωνα και τα σκουφιά τους ή από μουσικές… παρέες με τα όργανά τους που δίνουν άλλη διάσταση στο άκουσμα των τραγουδιών, λίγοι είναι αυτοί που πραγματικά γνωρίζουν από πού προέρχονται τα κάλαντα και πώς αυτά έχουν διαμορφωθεί μέσα στο πάροδο του χρόνου.
Λαογραφία και έθιμα
Έτσι, πρόκειται για δημοτικά ευχητικά και εγκωμιαστικά τραγούδια, τα οποία ψάλλονται εθιμικά κάθε χρόνο. Η προέλευσή τους εντοπίζεται στις βυζαντινές Καλένδες και, ως προς τον τύπο, συνδέονται με το αρχαίο ελληνικό έθιμο της Ειρεσιώνης, χωρίς βεβαίως να έχουν το ίδιο περιεχόμενο.
Τα κάλαντα ψάλλονται κυρίως από παιδιά έως 14-15 ετών, αλλά και από ενήλικες άνδρες, μεμονωμένα ή σε ομάδες σε σπίτια, καταστήματα και δημόσιους χώρους. Συνοδεύονται παραδοσιακά από το σιδερένιο τρίγωνο, ενώ σε αρκετές περιοχές χρησιμοποιούνται και άλλα μουσικά όργανα, όπως φυσαρμόνικα, ακορντεόν ή τύμπανο.
Πλέον, κύριος σκοπός των καλάντων είναι, μετά τις ευχές και τα «Χρόνια Πολλά», η προσφορά φιλοδωρήματος, όπου, σήμερα αυτό είναι κυρίως χρηματικό, ενώ παλαιότερα δινόταν σε είδος. Σχετικό με το έθιμο είναι και το παραδοσιακό γλύκισμα «κολλίκι» στη Βέροια ή «κουλιαντίνα» στη Σιάτιστα, με τους φορείς τους να ονομάζονται «Κουλουράδες» ή «Φωτάδες».
Γλώσσα και παραλλαγές
Τα κάλαντα ξεκινούν συνήθως με χαιρετισμό, ακολουθεί η αναγγελία της εορτής και καταλήγουν σε ευχές. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι η χρήση της καθαρεύουσας, στοιχείο που μαρτυρά τη βυζαντινή καταγωγή τους και τη σύνδεσή τους με τις Καλένδες του Ιανουαρίου.
Η μεγάλη ποικιλία τους οδήγησε στη διάκριση μεταξύ εθνικών ή αστικών και τοπικών παραδοσιακών καλάντων. Μόνο στον ελλαδικό χώρο έχουν καταγραφεί πάνω από 30 παραλλαγές χριστουγεννιάτικων καλάντων.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, αγγλοσαξωνικά χριστουγεννιάτικα τραγούδια, ορισμένα μεταφρασμένα στα ελληνικά, τείνουν να υπερκαλύπτουν τα παραδοσιακά.
Τοπικές ιδιαιτερότητες και σκωπτικός χαρακτήρας
Σε ορισμένες περιοχές, η ίδια η ημέρα ονομάζεται «Κάλαντα» (Κόλιντα, Κόλεντας, Κόλιαντας). Εξαίρεση αποτελεί η Μήλος, όπου τα κάλαντα ψάλλονταν μόνο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και συντάσσονταν κάθε φορά νέα, με στόχο τη συγκέντρωση χρημάτων για κοινωνικούς σκοπούς, όπως η ανέγερση ή επισκευή ναών, συχνά με συμβουλές ή σκωπτικά σχόλια προς τους άρχοντες.
Αντίστοιχο σκωπτικό χαρακτήρα έχουν και οι μαντινάδες της Κρήτης ή τα «κοτσάκια» της Νάξου, που ψάλλονται ως κάλαντα. Μάλιστα, όταν το φιλοδώρημα ήταν μικρό ή ανύπαρκτο, τα παιδιά συνέχιζαν έξω από το σπίτι με σκωπτικά, επαναλαμβανόμενα τραγούδια.
Έτσι, τα κάλαντα παραμένουν μέχρι σήμερα ζωντανό κομμάτι της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας, συνδυάζοντας παράδοση, ευχές και λαϊκό χιούμορ.
