Τρίτη, 30 Απριλίου, 2024

Κόρινθος:Εκδήλωση για τον Νικηφόρο Βρεττάκο

- Advertisement -

Η Πρόεδρος του Σωματείου Λόγου και Τέχνης «ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ»
και ο Πρόεδρος του ΚΕ.Π.Α.Π. του Δήμου Κορινθίων σας προσκαλούν στην εκδήλωση «100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ
», το Σάββατο 17 Νοέμβρη
& ώρα 19:00 στο Δημοτικό Θέατρο Κορίνθου

Η εκδήλωση πραγματοποιείται στα πλαίσια του
«έτους Νικηφόρου Βρεττάκου 2012» ως αφιέρωμα στη προσωπικότητα και στο έργο
του.
 Θα 
μιλήσουν για τον ποιητή, η ποιήτρια, Φαίδρα Ζαμπαθά-Παγουλάτου και ο
ποιητής Βασίλης Ρούβαλης. Θα προβληθούν DVD με απαγγελίες από τον ίδιο τον ποιητή και
αναφορές σε αυτόν από ανθρώπους των γραμμάτων που έζησαν και συνεργάστηκαν μαζί
του, όπως η Κρήνη Παυλίδη-Αλικούλη, ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος και ο Ιταλός
Ελληνιστής Βιτσέντζο Ρότολλο και θα ακουστούν μελοποιημένα ποιήματα του. Ποίημά
του για το Νικηφόρο Βρεττάκο θα απαγγείλει ο ποιητής-συγγραφέας, μέλος των
«Αλκυονίδων», κ. Λεωνίδας Γιανναράκος που ευτύχησε να γνωρίσει από κοντά τον
συμπατριώτη του ποιητή.
Παράλληλα, θα γίνει αναφορά στην Επέτειο του
Πολυτεχνείου, σχεδόν σαράντα χρόνια από τα γεγονότα του.
  Η Πρόεδρος του Σωματείου                              Ο Πρόεδρος του ΚΕΠΑΠ
     Λόγου και Τέχνης                                                 Δήμου Κορινθίων
      «ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ»
Μαργαρίτα
Φρονιμάδη-Ματάτση                           Παναγιώτης Λαμπρινός
- Advertisement -

4 ΣΧΟΛΙΑ

  1. s-spinos:

    33 ημέρες.

    Ο ΛΟΧΟΣ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ "ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ"

    Έτσι έγινε τότε στην Ελλάδα.

    Και φυσούσε κείνες τις μέρες ένας ισχυρός άνεμος από το μέρος της δύσης.
    Και προβαίνανε σύννεφα από το βορρά κι ανεβαίνανε στον ορίζοντα.
    Κ΄η ανατολή δε φαινόταν
    και παράξενα ρεύματα που φαινόντουσαν νάρχονται από το νότο κι απ΄την ανατολή κι απ΄τη δύση κι απ΄το βορρά αυλακώναν τα σύννεφα…
    Κ΄έγινε κείνες τις μέρες αναφορά προς την Αυτών Εξοχότητα…

    Και μαζευτήκανε κείνες τις μέρες οι Έμποροι του Λαού σε συμβούλιο.
    Και κοιτούσανε μες απ΄τα τζάμια τη θάλασσα.
    Και μετρούσαν τη θάλασσα που το βάθος της μαύριζε κάτω απ΄τα σύννεφα.
    <>Η λευτεριά του λαού είναι όλεθρος για τα συμφέροντα του βασιλέως…
    "Εξοχότατοι,πρέπει, οπωσδήποτε…"
    Και κλείσανε τα παράθυρα κι αρχίσαν να γράφουνε σκοτεινές διαταγές…

    Και κατέβαινε πάλι ο λαός και τους φώναζε κλέφτες.
    Είχε πληρώσει τη λευτεριά του με αίμα πολύ.
    Και κατέβαινε πάλι ο λαός και ζητούσε την τιμή των νεκρών του και τους φώναζε κλέφτες.
    Κι ο Ανώτατος Νόμος…
    άρχισε ν΄αστράφτει ακατάπαυστα πάνω από την πόλη στις 3 του Δεκέμβρη.

    Επιγραφές ταραγμένες και σύντομες συνοστίζονταν κείνη τη μέρα κάτω απ΄τα σύννεφα.
    Και το δάσος τους σάλευε ενάντια στον άνεμο.
    Κι ο λαός προχωρούσε.
    Κ΄η ενέδρα περίμενε.
    Και προχωρούσε ο λαός κατά πάνω τους, γενναίος κι ωραίος και δίκαιος σαν το Χριστό.
    Κι απλώνει ο λαός τις παλάμες του να κλείσει τα στόματα των όπλων, που προβάλλοντας άξαφνα έλαμψαν αντίκρυ στο στήθος τους.

    Και προχωρούσε ο λαός καταπάνω τους κι ανέβαινε μοιάζοντας όπως ένας ήλιος που ανέτελλε.

    Και οι ομοβροντίες χτυπήσανε την Εκκλησία του Έθνους.
    Κ΄η θάλασσα σείστηκε.
    Κ΄η θάλασσα μούγκριζε'
    Κ΄η στάθμη των νερών της ανέβαινε.
    Κ΄οι λαβωμένοι βουτούσανε τις σημαίες στο αίμα τους και πηδώντας απάνω στα σπασμένα του γόνατα τις σηκώναν ψηλότερα.
    Κι άλλοι πέφτανε μπρούμυτα πάνω στην άσφαλτο.
    Και τραγουδώντας οι άλλοι τη λευτεριά και το δίκιο, τους τράβαγαν στις άκρες του δρόμου.
    Και ξαπλωνόταν ένας – ένας ανάσκελα,διπλωνόταν στη ματωμένη σημαία του κ΄έσφιγγε τις γροθιές του στο στήθος και πέθαινε.
    Κ΄ έτσι βασίλεψε ο ήλιος στις 3 του Δεκέμβρη.

    Στις 4 άρχισε κιόλας ν΄ αστράφτει απάνω απ΄ τα 20 φέρετρα που πηγαίναν κι ερχόντουσαν στην επιφάνεια της θάλασσας…
    Και φούσκωνε το κύμα των ώμων του πλήθους.
    Κι απλωνότανε το απέραντο κύμα του και πειθαρχούσε και κύλαγε στην πλατιά λεωφόρο.
    Και διασταυρώνονταν κατά κύματα τα ρεύματα του λαού και φουσκώνανε τα σταυροδρόμια της πόλης…

    Έτσι έγινε τότε στην Ελλάδα.
    …..
    Κ΄ οι στρατιώτες μας φορέσαν τα κράνη τους.
    Κι ο λόχος των φοιτητών "Λόρδος Βύρων" κοιτώντας τα σύννεφα γύρευε διέξοδο μέσα στο μέλλον.
    Κ΄οι στρατιώτες μας ήταν ωραίοι σαν τους Αχαιούς.
    Κ΄ η διέξοδο ήτανε μέσα στο θάνατο..

    -Που πάτε δίχως άλογα παιδιά μου!…
    Κι ακουγότανε μέσα σ΄ όλη την πόλη.
    – Ελευθερία ή Θάνατος.
    Κ΄ οι στρατιώτες μας ήταν ωραίοι σαν του Αχαιούς.
    Ανεβήκαν στο φως από βάθος πολύ.
    Και ζητούσαν μια διέξοδο στο μέλλον.
    Και μεις τους ρωτούσαμε για τ΄ άλογά τους, κ΄ εκείνοι χαμογελούσανε.

    Κ΄ είχανε μέσα τους άλογα και φουσάτα.
    Κ΄ είχανε άλογα κατακόκκινα μέσα τους που άστραφταν και χλιμίντριζαν και πηδούσαν…
    Γιατί ήταν ο ήλιος της λευτεριάς που τους είχε παρασύρει στο ρεύμα του…
    Κ΄ έλαμψαν αναμμένα τα τα σύννεφα του Δεκέμβρη πάνω από τους στρατιώτες μας, που ζητούσανε διέξοδο μέσα στο μέλλον…
    Κ΄ οι σημαίες κυμάτιζαν ήδη κατά χιλιάδες ψηλά στα οδοφράγματα.

    – Ελευθερία ή Θάνατος!
    συνέχεια…

  2. s-spinos:ς

    Η από τις 10:03 συνέχεια.

    …Έτσι έγινε τότε στην Ελλάδα.
    Κ΄ αρχίσανε να διασταυρώνονται οι σφαίρες, εκείνη τη νύχτα, φωτίζοντας τα τζάμια της πόλης…
    Κι ακούγαμε τα S.S.που είχαν σφάξει τ΄ αδέρφια μας και τους πατεράδες μας, κι ακούγαμε τους μισθοφόρους που είχαν βιάσει τις αδερφές μας, να μουγκρίζουνε μες απ΄ τα στόμια των αγγλικών πυροβόλων.
    Κι ο λόχος των φοιτητών "Λόρδος Βύρων" πολεμώντας στο κέντρο της πόλης, απάγγελνε στίχους από την "Κατάρα της Αθηνάς" και σκεφτότανε σαν τι θα μπορούσε να παρηγορήσει τον ίσκιο του Μπάυρον σε τούτο τον κόσμο.
    Κι απαντούσε καγχάζοντας ο Ελγίνος καθισμένος απάνω στα βαριά πυροβόλα, που αυλακώνανε το σκοτάδι με τις τροχιές των οβίδων τους.
    Και σε κάθε ομοβροντία τους φωτιζότανε η Ακρόπολη…
    Και τα πυροβόλα μουγκρίζοντας γυρεύανε τους στρατιώτες μας που πολεμούσανε χωρίς τροφή και χωρίς ύπνο…
    Και ξεσκίζανε οι γυναίκες τα μεσοφόρια τους για να δέσουν τους πληγωμένους.
    Και πεθαίνοντας οι στρατιώτες μας έστεκαν όρθιοι ψηλά στα οδοφράγματα γυρεύοντας διέξοδο μέσα στο μέλλον…
    Και σηκώναμε τα κεφάλια μας όλοι μαζί και βλέπαμε τη σημαία μας να κυματίζει ψηλότερα…

    -Ελευθερία ή θάνατος!

    Ετσι έγινε τότε στην Ελλάδα.
    Κ΄ οι σημαίες μας υποχώρησανε συντεταγμένες μες στο σκοτάδι.
    Κι όπως υποχωρούσανε, τις βλέπαμε, τη μια τους πίσω από την άλλη που λάμπανε μέσα στη νύχτα.
    Και γίνανε μέρες 33.

    Κ΄ οι δεσμοφύλακες του λαού πανηγυρίζαν τη νίκη τους…
    Κ΄ είχαμε πάρει εμείς τις αξίνες μας, εκείνες τις νύχτες, κ΄είχαμε σκάψει το χώμα της Αττικής κ΄ είχαμε θάψει με δάκρυα πολλά τους νεκρούς μας.
    Κι αυτοί τους ξεθάψανε.
    Και τους θάψαμε πάλι.
    Και πάλι μας τους ξεθάψανε…
    Κ΄ οι σημαίες τους υποχώρησαν συντεταγμένες μέσα στο θάνατο.

    Έτσι έγινε τότε στην Ελλάδα.
    Κι αναστέναξε κείνη τη νύχτα ο Μπάυρον καθισμένος ψηλά στην Ακρόπολη,πάνω από τη θάλασσα του Σαρωνικού, κοιτάζοντας κατά την Αγγλία…

    Και βασίλεψε κείνη την ώρα ο ήλιος.
    Και ο θρήνος της πόλης δυνάμωνε…

    Μα πάνω απ΄ τη λάσπη που περπατάνε με τα μαστίγια τους οι μισθοφόροι της νύχτας, κι απάνω απ΄ όλες τις φυλακές, πολύ πάνω, ψηλότερα από κάθε άλλη φορά
    -Δόξα και τιμή στους νεκρούς μας! Δόξα και τιμή στους νεκρούς μας!
    Αδέρφια μας όλου του κόσμου
    Η σημαία μας κυματίζει ακόμα.
    -Ελευθερία ή Θάνατος!
    Νικηφόρος Βρεττάκος.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε ακόμα

Σχετικά άρθρα

loutrakiblog