Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Προσωπικότητες που αγάπησαν, παραθέρισαν ή έμειναν στο Λουτράκι: Άννα Συνοδινού

- Advertisement -

Σπουδαία τραγωδός, πρόσωπο στιβαρό που εξέπεμπε δύναμη, μια φωνή που έβγαινε από τα βάθη της ψυχής της, ένα ταλέντο σπάνιο…

Γεννημένη σε μια οικογένεια με οκτώ παιδιά, στο Λουτράκι, από πατέρα Αμοργιανό και μητέρα ιταλικής καταγωγής, από νωρίς ήρθε σε επαφή με τις τέχνες, παρά τα δύσκολα χρόνια της παιδικής της ηλικίας. Όπως έλεγε η ίδια σε μια συνέντευξη στο Life&Style, η μητέρα της εργαζόταν στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» όπου και γνώρισε τον πατέρα της, που ήταν εργάτης σε εταιρείες παρασκευής εδεσμάτων. Το ζευγάρι άρχισε να ζει στη Βουκουρεστίου, έκανε τα πρώτα του παιδιά και στη συνέχεια μετακόμισε στο Λουτράκι, όπου ο πατέρας της εργαζόταν ως μάγειρας και η μητέρα της ως καμαριέρα σε μεγάλο ξενοδοχείο. Εκεί, μέσα στο ξενοδοχείο γεννήθηκε η ίδια το 1927 και βαπτίστηκε Αννα προς τιμήν της Αγίας Αννας του Λουτρακίου.

Αγαπούσε από παιδί την ποίηση, έδινε παραστάσεις στη γειτονιά, έπαιρνε παλιά ρούχα και αντικείμενα και έφτιαχνε ευφάνταστες διακοσμήσεις και σκηνικά. Στη συνέντευξή της στο Life&Style πριν από περίπου πέντε χρόνια, έλεγε: «Δεν φοβήθηκα ούτε τον θάνατο, ούτε τον πόλεμο. Είχα μέσα του ελληνικό στοιχείο, το ανυπότακτο. Δεν δεχόμουν υποχωρήσεις ούτε απαισιοδοξίες». Ηταν 17 χρονών όταν έδωσε εξετάσεις και μπήκε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, αν και μικρή, όταν την ρωτούσαν, έλεγε πως θέλει να γίνει μοδίστρα. Στην ακρόαση είπε ένα απόσπασμα από την Αντιγόνη ενθουσιάζοντας τους καθηγητές για την επιλογή. Η ίδια θεωρούσε την εισαγωγή της στο Εθνικό Θέατρο τη σπουδαιότερη στιγμή στην καριέρα της. Αρχισε να συνεργάζεται στενά με τη Μαρίκα Κοτοπούλη (κάνοντας περήφανο τον πατέρα της που την θαύμαζε), η οποία την πήρε κοντά της στον θίασό της. Ο Θάνος Κωτσόπουλος έγινε μέντοράς της, ενώ δάσκαλοί της ήταν ο Ροντήρης, ο Τερζάκης, ο Μυράτ.

Το 1955 άρχισε να συνεργάζεται με το Θέατρο του Βασιλικού Κήπου, όπου έπαιξε την Αντιγόνη. Η ίδια επέμενε πως δεν συνάντησε τότε κλίκες, ούτε αθέμιτο ανταγωνισμό. «Ο τρόπος που με προσέγγισαν ήταν εντιμότατος», έλεγε. Στην καριέρα της ερμήνευσε 17 ηρωίδες του κλασικού και σύγχρονου δραματολογίου, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα τελευταία χρόνια δήλωνε πως είχε αποφασίσει να ερμηνεύει μόνο ρόλους ελληνίδων ηρωίδων, τιμώντας έτσι Ελληνίδες.

Η Αννα Συνοδινού δημιούργησε το πρώτο ανοιχτό θέατρο, το Θέατρο του Λυκαβηττού, το οποίο έκλεισε στην περίοδο της χούντας. Τότε διέκοψε διαμαρτυρόμενη κάθε θεατρική της δράση. Κατασχέθηκαν τόσο το θέατρο όσο και το διαβατήριό της, με αποτέλεσμα να ματαιώσει τις προγραμματισμένες εμφανίσεις της στο εξωτερικό. Εκείνη την εποχή, εργάστηκε ως δακτυλογράφος στην εταιρεία εισαγωγών-εξαγωγών του συζύγου της Γιώργου Μαρινάκη, του γνωστού παλιού πρωταθλητή στο τριπλούν,  ο οποίος τη δεκαετία του ’50 μεσουρανούσε στα σκάμματα με τη φανέλα του Εθνικού Γ.Σ. .

Τον είχε γνωρίσει το 1952 στη Θεσσαλονίκη, όταν ήταν ακόμα παντρεμένος, αλλά η σύζυγός του ζούσε στο Παρίσι. Πήγαινε κάθε μέρα στο θέατρο, στην πρώτη σειρά για να τη δει. Τον ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα, αυτή που ποτέ δεν είχε πολλούς έρωτες στη ζωή της. Στη συνέντευξή της στο Life&Style έλεγε πως πριν παντρευτούν, η Κοτοπούλη δεν τον ήθελε. Όταν τον έπαιρνε μαζί της σε δείπνα ή συναντήσεις, έλεγε «αυτός ο αρκουδάμαγκας να μην ξαναέρθει εδώ να κάτσει δίπλα στο κορίτσι μας».

Μετά την πτώση της χούντας, το 1975, εκλέχτηκε βουλευτής Αθηνών και το 1977 έγινε υφυπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών. Η προστασία των γυναικών, των γερόντων και της μητρότητας ήταν προτεραιότητές της, ενώ εισήγαγε το μάθημα της καλλιτεχνικής παιδείας στη Μέση Εκπαίδευση. Προστάτευσε τους συναδέλφους της, συμβάλλοντας για την ασφαλιστική τους ένταξη στο ΙΚΑ, αλλά και για την ίδρυση της Κρατικής Σχολής Ορχηστρικής Τέχνης, ενός ονείρου πολλών ετών.

Παραιτήθηκε από τη Βουλή το 1990 κατά τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, μετά από ένα περιστατικό που την έκανε κυριολεκτικά έξαλλη. Στην τελευταία ψηφοφορία η βουλευτής των Οικολόγων Μαρίνα Δίζη σήκωσε μέσα στην αίθουσα του Κοινοβουλία ένα πανό που έγραφε «Φθάνει πια η κοροϊδία με το συν ένα, τον Πρόεδρο και το νέφος», ενώ συνάδελφοί της την έραιναν με λουλούδια. Η Αννα Συνοδινού διαμαρτυρήθηκε εντόνως ζητώντας από τον Πρόεδρο της Βουλής να αποβάλλει αμέσως από την αίθουσα την κυρία Δίζη. Όταν είδε ότι πρόεδρος, Αθανάσιος Τσαλδάρης, είχε αντίθετη άποψη, έφυγε φανερά εκνευρισμένη. Και δεν επέστρεψε ποτέ στην πολιτική. Τα επόμενα χρόνια έκανε εμφανίσεις στο Εθνικό θέατρο σε ρόλους του ελληνικού ρεπερτορίου, όπως «Το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας» του Γρηγόρη Ξενόπουλου και το «Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας» του Δημήτρη Κορομηλά.
Μια από τις τελευταίες της εμφανίσεις που προκάλεσαν συγκίνηση ήταν στην κηδεία της Αντιγόνης Βαλάκου, όπου την αποχαιρέτησε καταρρακωμένη, τον Νοέμβριο του 2013. Είχε τιμηθεί δύο φορές με το θεατρικό έπαθλο Κοτοπούλη καθώς και με το Σταυρό Ευποιίας Ελλάδος, του Ιππότη του Ντάνεμπρο της Δανίας, του Ιππότη της Ιταλικής Λεγεώνας, με το μετάλλιο της Πόλεως των Αθηναίων, καθώς και με το παράσημο του Κέδρου του Λιβάνου. Είχε γράψει τα βιβλία: «Πρόσωπα και προσωπεία» (1998) και «Αίνος στους Άξιους» (1999).

Στον κινηματογράφο εμφανίστηκε μεταξύ άλλων στις ταινίες «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου (1954) και στην «Ηλέκτρα» του Τεντ Ζάρπας (1962). Δεν σνόμπαρε την τηλεόραση. Την είδαμε στους «Φρουρούς της Αχαΐας», στο «Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας» και αλλού.

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε ακόμα

Σχετικά άρθρα

loutrakiblog