Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Ο Ναρκισσιστής ηγέτης

- Advertisement -

Ο ναρκισσιστής ή ψυχοπαθητικός ηγέτης αντιπροσωπεύει την κορυφή και αποτελεί την προσωποποίηση της κουλτούρας και του πολιτισμού της εποχής του. Είναι πιθανό να αναρριχηθεί στην κορυφή σε ναρκισσιστικές κοινωνίες. Ο κακοήθης ναρκισσιστής εφευρίσκει και στη συνέχεια προβάλλει έναν ψεύτικο, πλασματικό εαυτό που ο κόσμος φοβάται, ή θαυμάζει. Ο ίδιος έχει ισχνή αντίληψη για την πραγματικότητα και αυτή επιδεινώνεται περαιτέρω από τις παγίδες της εξουσίας…

Οι μεγαλειώδεις αυταπάτες και φαντασιώσεις παντοδυναμίας και παντογνωσίας του ναρκισσιστή υποστηρίζονται από την πραγματική εξουσία και την προτίμηση του ναρκισσιστή να περιβάλλεται από δουλοπρεπείς συκοφάντες. Η προσωπικότητα του ναρκισσιστή βρίσκεται σε τόσο επισφαλή ισορροπία που δεν μπορεί να ανεχθεί ούτε καν έναν υπαινιγμό κριτικής και διαφωνίας.

Οι περισσότεροι ναρκισσιστές είναι παρανοϊκοί και υποφέρουν από έμμονες ιδέες (π.χ. έχουν την ψευδαίσθηση ότι τους εμπαίζουν ή τους κουτσομπολεύουν χωρίς να συμβαίνει αυτό). Έτσι, οι ναρκισσιστές θεωρούν συχνά τους εαυτούς τους ως «θύματα καταδίωξης».

Ο ναρκισσιστής ηγέτης καλλιεργεί και ενθαρρύνει μια λατρεία προσωπικότητας με όλα τα χαρακτηριστικά μιας θεσμικής θρησκείας: ιεροσύνη, τελετές, τελετουργίες, ναούς, λατρεία, κατήχηση, μυθολογία. Ο ηγέτης είναι ο ασκητής άγιος αυτής της θρησκείας. Αυτός μοναχικά αρνείται στον εαυτό του τις επίγειες απολαύσεις (ή έτσι ισχυρίζεται), προκειμένου να είναι σε θέση να αφιερώσει τον εαυτό του ολοκληρωτικά στην αποστολή του. Ο ναρκισσιστής ηγέτης είναι ένας τερατώδης ανεστραμμένος Ιησούς, που θυσιάζει τη ζωή του και απαρνείται τον εαυτό του έτσι ώστε να ωφελήσει τους ανθρώπους του, τον λαό του – ή την ανθρωπότητα στο σύνολό της.

Με το να ξεπερνάει και να καταστέλλει την ανθρωπιά του, ο ναρκισσιστής ηγέτης γίνεται μια διαστρεβλωμένη εκδοχή του “Υπεράνθρωπου” του Νίτσε. Πολλοί ναρκισσιστές και ψυχοπαθητικοί ηγέτες είναι όμηροι των αυτο-επιβαλλόμενων αυστηρών ιδεολογιών. Οι ίδιοι φαντάζονται τον εαυτό τους ως πλατωνικούς «φιλόσοφους – βασιλιάδες». Έχοντας έλλειψη ενσυναίσθησης, αντιμετωπίζουν τους υπηκόους τους όπως ένας κατασκευαστής τις πρώτες ύλες του, ή ως κάποιες απαραίτητες παράπλευρες απώλειες μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι (για να κάνεις ομελέτα, πρέπει να σπάσεις αυγά, όπως λέει η αγαπημένη τους παροιμία).

Αλλά το να είναι κάποιος απ-άνθρωπος ή υπερ-άνθρωπος, σημαίνει επίσης ότι είναι α-σεξουαλικός και ανήθικος. Υπό αυτή την περιορισμένη έννοια, οι ναρκισσιστές ηγέτες είναι μεταμοντέρνοι και ηθικοί σχετικιστές. Προβάλλουν στις μάζες ένα ανδρόγυνο σχήμα και το ενισχύουν, είτε προκαλώντας την λατρεία του γυμνού και όλων των «φυσικών» πραγμάτων – είτε καταστέλλοντας έντονα αυτά τα συναισθήματα. Αλλά αυτό που εννοούν ως “φύση” δεν έχει καμία σχέση με την φύση.

Ο ναρκισσιστής ηγέτης προτείνει πάντα μια αισθητική της παρακμής και του κακού, προσεκτικά ενορχηστρωμένη και τεχνητή – αν και δεν γίνεται αντιληπτή με αυτόν τον τρόπο από τον ίδιο ή από τους οπαδούς του. Η ναρκισσιστική ηγεσία έχει να κάνει με αναπαραγόμενα αντίγραφα, όχι πρωτότυπα. Πρόκειται για τη χειραγώγηση συμβόλων και όχι για πραγματικό αταβισμό ή πραγματικό συντηρητισμό.

Με λίγα λόγια: Η ναρκισσιστική ηγεσία έχει να κάνει με το θέατρο και όχι με τη ζωή. Για να απολαύσετε το θέαμα (και να απορροφηθείτε από αυτό), ο ηγέτης της αίρεσης/λατρείας απαιτεί την αναστολή της κρίσης και την επίτευξη της απώλειας ταυτότητας και της αίσθησης της πραγματικότητας. Σε αυτό το ναρκισσιστικό «Δράμα», η κάθαρση ισοδυναμεί με την αυτο-ακύρωση. Ο ναρκισσισμός ισοδυναμεί με μηδενισμό, όχι μόνο λειτουργικά ή ιδεολογικά. Η ίδια του η γλώσσα και οι αφηγήσεις του είναι μηδενιστικές.

Ο ναρκισσισμός είναι εμφανώς μηδενιστικός – και ο ηγέτης της αίρεσης/λατρείας χρησιμεύει ως πρότυπο, για την εκμηδένιση του ανθρώπου, μέχρι να επανασυντεθεί ως μία ακαταμάχητη δύναμη της φύσης προ της χειροτονίας. Η ναρκισσιστική ηγεσία συχνά θέτει ως στόχο μια εξέγερση ενάντια στους «παλαιούς τρόπους»: ενάντια στην ηγεμονική κουλτούρα, τις ανώτερες τάξεις, τις καθιερωμένες θρησκείες, τις υπερδυνάμεις, την διεφθαρμένη τάξη πραγμάτων, κλπ.

Τα ναρκισσιστικά κινήματα είναι παιδαριώδη, είναι μια αντίδραση σε ναρκισσιστικούς τραυματισμούς που επιβλήθηκαν σε ένα ναρκισσιστικό (και μάλλον ψυχοπαθητικό) έθνος-κράτος σε νηπιακή ηλικία, ή σε μια ομάδα, ή κατά ενός ηγέτη. Διάφορες μειονότητες ή «άλλοι» – συχνά αυθαίρετα επιλεγμένοι – αποτελούν μια τέλεια, εύκολα αναγνωρίσιμη, προσωποποίηση όλων των «κακώς κειμένων». Κατηγορούνται ότι είναι παλιά, ότι είναι παράξενα εξωπραγματικά, κοσμοπολίτικα, μέρος του κατεστημένου, ή ότι είναι «παρακμιακά». Καθίστανται μισητά για θρησκευτικούς και για και κοινωνικο-οικονομικούς λόγους, ή λόγω της φυλής τους, του σεξουαλικού προσανατολισμού τους, ή την καταγωγή τους. Είναι διαφορετικοί, είναι ναρκισσιστικοί (αισθάνονται και ενεργούν ως ηθικά ανώτεροι), είναι παντού, είναι ανυπεράσπιστοι, είναι εύπιστοι, είναι προσαρμόσιμοι (και, επομένως, μπορεί να συν-αποφασίσουν να συνεργαστούν για την καταστροφή τους). Είναι το τέλειο κοφτερό ξίφος του μίσους.

Οι ναρκισσιστές ευδοκιμούν σε περιβάλλοντα μίσους και παθολογικής ζήλιας. Αυτή ακριβώς είναι η πηγή της γοητείας του Χίτλερ, την οποία ο Erich Fromm είχε διαγνώσει – όπως επίσης και τον Στάλιν – ως κακοήθη ναρκισσιστή. Ήταν ένας ανεστραμμένος άνθρωπος. Το ασυνείδητο του ήταν το συνειδητό του. Εκδραμάτισε τα πιο απωθημένα ένστικτα, τις φαντασιώσεις και τις παρορμήσεις μας. Ο Χίτλερ μας έδωσε μια γεύση από τις φρικαλεότητες που κρύβονται κάτω από το λούστρο, μας έδειξε τους «βαρβάρους» που βρίσκονται μπροστά στην πόρτα μας, και πώς ήταν τα πράγματα πριν εφευρεθεί ο πολιτισμός. Ο Χίτλερ μας ανάγκασε όλους να περάσουμε μέσα από μια στρέβλωση του χρόνου και πολλοί δεν κατάφεραν να βγουν. Δεν ήταν ο Διάβολος. Ήταν ένας από εμάς. Ήταν αυτό που ο Arendt ονομάζει εύστοχα «η κοινοτοπία του κακού». Απλώς ένας συνηθισμένος, ψυχικά διαταραγμένος, αποτυχημένος άνθρωπος, μέλος ενός διανοητικά διαταραγμένου και ελαττωματικού έθνους, ο οποίος έζησε σε διαταραγμένους και χαμερπούς καιρούς. Ήταν ο τέλειος καθρέφτης, ένα κανάλι, μια φωνή από τα βάθη της ίδιας μας της ψυχής.

Ο ναρκισσιστής ηγέτης προτιμά τη λάμψη και την αίγλη της καλά ενορχηστρωμένης αυταπάτης από την ανία και τη μέθοδο των αληθινών επιτευγμάτων. Η βασιλεία του, γεμάτη από καπνούς και κάτοπτρα, στερείται ουσίας και αποτελείται από μαζικές αυταπάτες. Στον απόηχο του καθεστώτος του ναρκισσιστή ηγέτη – είτε μετά τον θάνατο του, είτε μετά την καθαίρεσή του είτε μετά την μη επανεκλογή του – ξετυλίγονται τα πάντα: Παύει η συνεχής και ακούραστη ταχυδακτυλουργία του και όλο το οικοδόμημα καταρρέει. Αυτό που έμοιαζε με ένα θαύμα αποδεικνύεται ότι ήταν μια δαντελένια φούσκα απάτης. Αυτοκρατορίες που συγκρατιόντουσαν χαλαρά αποσυντίθενται. Μεγάλοι όμιλοι επιχειρήσεων που είχαν συσταθεί με κόπο καταρρέουν σε χίλια κομμάτια. Επιστημονικές ανακαλύψεις και θεωρίες που συγκλόνισαν τον πλανήτη και πυροδότησαν επαναστάσεις, απαξιώνονται. Κοινωνικά πειράματα καταλήγουν σε χάος.

Καθώς το τέλος τους πλησιάζει, οι ναρκισσιστές-ψυχοπαθητικοί ηγέτες ξεσπάνε, γίνονται βίαιοι και επιτίθενται. Χτυπούν με τον ίδιο μολυσματικό τρόπο και την ίδια αγριότητα συμπατριώτες τους, πάλαι ποτέ συμμάχους τους, γείτονες και ξένους. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η χρήση βίας χρειάζεται να συντονίζεται με το εγώ τους. Η βία πρέπει να είναι σύμφωνη με την εικόνα που έχουν οι ίδιοι οι ναρκισσιστές για τον εαυτό τους. Η βία πρέπει να στηρίζει και να διατηρεί τις μεγαλεπήβολες φαντασιώσεις τους και να τροφοδοτεί την αίσθηση που έχουν για τα απεριόριστα δικαιώματά τους. Θα πρέπει να είναι σύμφωνη με την ναρκισσιστική αφήγηση.

Όλοι οι λαϊκιστές, χαρισματικοί ηγέτες πιστεύουν ότι έχουν μια «ειδική σχέση» με τους «ανθρώπους»: μια σχέση που είναι άμεση, σχεδόν μυστικιστική, και είναι υπεράνω των συνηθισμένων καναλιών επικοινωνίας (όπως το νομοθετικό σώμα ή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης). Έτσι, ένας ναρκισσιστής που θεωρεί τον εαυτό του ευεργέτη των φτωχών, έναν εκπρόσωπο των κοινών λαϊκών ανθρώπων, έναν υπερασπιστή ανθρώπων που στερούνται τα πολιτικά τους δικαιώματα, έναν μπροστάρη των στερημένων ενάντια στη διεφθαρμένη ελίτ, είναι εξαιρετικά απίθανο να χρησιμοποιήσει βία, τουλάχιστον στην αρχή.

Η μάσκα του ειρηνιστή θρυμματίζεται όταν ο ναρκισσιστής έχει πειστεί ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι που φιλοδοξούσε να υπερασπίσει, η δική του εκλογική περιφέρεια, οι βασικοί οπαδοί του, οι πρωταρχικές πηγές απ’ όπου αντλούσε τον ναρκισσισμό του, έχουν στραφεί εναντίον του. Στην αρχή, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να διατηρήσει την φαντασίωση που κρύβεται κάτω από την χαοτική προσωπικότητά του, ο ναρκισσιστής προσπαθεί να εξηγήσει την ξαφνική αντιστροφή του συναισθήματος. “Οι άνθρωποι έχουν εξαπατηθεί από (τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, την μεγάλη βιομηχανία, το στρατό, την ελίτ, κλπ)”, “δεν ξέρουν πραγματικά τι κάνουν”, “μετά από ένα απότομο ξύπνημα, θα επανέλθουν στον εαυτό τους” κ.λ.π. Όταν αυτές οι σαθρές προσπάθειες αποτύχουν να επιδιορθώσουν την κουρελιασμένη προσωπική του μυθολογία, ο ναρκισσιστής είναι πια τραυματισμένος.

Ο τραυματισμός του ναρκισσιστή τον οδηγεί αναπόφευκτα σε ναρκισσιστική οργή και σε μια τρομακτική έκφραση αχαλίνωτης επιθετικότητας. Η συσσωρευμένη απογοήτευση και ο τραυματισμός μεταφράζεται σε υποτίμηση. Αυτό που στο παρελθόν εξιδανικευότανε, τώρα απορρίπτεται με περιφρόνηση και μίσος. Αυτός ο πρωτόγονος μηχανισμός άμυνας ονομάζεται «διαχωρισμός». Για τον ναρκισσιστή, τα πράγματα και οι άνθρωποι είναι είτε εξ ολοκλήρου κακά (διαβολικά) ή ολοκληρωτικά καλά. Προβάλλει στους άλλους τις δικές του αδυναμίες και τα αρνητικά του συναισθήματα, και έτσι γίνεται ο ίδιος ένα ολοκληρωτικά «καλό» αντικείμενο.

Ένας ναρκισσιστής ηγέτης είναι πιθανό να δικαιολογεί την σφαγή του ίδιου του λαού του, με τον ισχυρισμό ότι είχαν την πρόθεση να τον δολοφονήσουν, να αποκηρύξουν την επανάσταση, να καταστρέψουν την οικονομία, να βλάψουν το έθνος ή τη χώρα, κ.λ.π. Οι “μικροί άνθρωποι”, οι “ήσυχοι και ταπεινοί”, οι” πιστοί στρατιώτες” του ναρκισσιστή – το ποίμνιό του, το έθνος του, οι υπάλληλοί του – θα πληρώσουν το τίμημα.

Η απογοήτευση και η ματαίωση που θα νιώσουν οι οπαδοί του είναι αγωνιώδεις. Η διαδικασία της ανοικοδόμησης, της έγερσης από τις στάχτες, της προσπάθειας να ξεπεράσουν το τραύμα τους ότι έχουν εξαπατηθεί, ότι έχουν γίνει θύματα εκμετάλλευσης και ότι έχουν χειραγωγηθεί είναι αργή και μακροχρόνια. Δυσκολεύονται να εμπιστευθούν ξανά, να πιστέψουν, να αγαπήσουν, να αφεθούν σε καθοδήγηση, να συνεργαστούν. Συναισθήματα ντροπής και ενοχής κατακλύζουν τους πάλαι ποτέ οπαδούς του ναρκισσιστή. Αυτή είναι και η μοναδική του κληρονομιά: μια τεράστια διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD)…

“Narcissistic And Psychopathic Leaders”

@Zapatistas

- Advertisement -

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε ακόμα

Σχετικά άρθρα

loutrakiblog