Η γεωγραφική της θέση την ανέδειξε σε σπουδαίο Ναυτικό, Εμπορικό και Πολιτιστικό κέντρο.
Το πέρασμα του Ισθμού και η παράκαμψη του Κάβου Μαλέα απασχόλησε από πολύ νωρίς τους ναυτιλλόμενους.
Η δυσκολία της μεταφοράς των εμπορευμάτων δια ξηράς με τη μέθοδο της μεταφοράς τους ώθησαν τον Τύραννο της Κορίνθου, Περίανδρο, να κατασκευάσει τον περίφημο δίολκο, ένα πλακόστρωτο διάδρομο, ντυμένο με ξύλα πάνω στον οποίο γλιστρούσαν τα πλοία της εποχής εκείνης αλειμμένα με λίπος και περνούσαν τον Ισθμό από την μια ακτή στην άλλη.
Υπήρχε μάλιστα και μια ειδική λέξη γι’ αυτή τη διαδικασία μεταφοράς των πλοίων. Έλεγαν ότι τα πλοία υπέρ-ισθμίζοντο, δηλαδή διείλκοντο δια μέσου της ξηράς από τη μια θάλασσα στην άλλη, ενώ τα εμπορεύματα μεταφέρονταν με υποζύγια.
Βέβαια για το <πέρασμα>αυτό τα πλοία πλήρωναν πανάκριβα τέλη (διόδια) που ήταν και το πιο σημαντικό έσοδο της Κορίνθου.
Το πιθανότερο είναι ότι ο χρησμός προκλήθηκε από τους ιερείς των διαφόρων ναών, που φοβήθηκαν ότι, διανοίγοντας τον Ισθμό, θα έχαναν τα πλούσια δώρα και αφιερώματα των εμπόρων, που δεν θα είχαν πια λόγο να μένουν στην Κόρινθο.
Ο βασικός όμως λόγος που ανάγκασε τον Περίανδρο να εγκαταλείψει το σχέδιο του δεν ήταν η Θεϊκή οργή αυτή καθαυτή, αλλά οι τεράστιες τεχνικές δυσκολίες εκτέλεσης του έργου και τα οικονομικά συμφέροντα της Κορίνθου, που επιθυμούσε να διατηρήσει την προνομιούχο θέση της ως «κλειδούχος» του διαμετακομιστικού εμπορίου της Μεσογείου.
Άλλωστε, η συνέχιση του «περάσματος» των πλοίων δια της «διόλκου» δεν παρουσίαζε ιδιαίτερα προβλήματα στην Κόρινθο, διότι τα τότε πλοία ήταν μικρών διαστάσεων (τριήρεις) και η μυϊκή δύναμη των δούλων και των ζώων της εποχής ήταν επαρκής για το σκοπό αυτό.
Κατά την Ρωμαϊκή εποχή, δηλαδή μετά από 2,5 Αιώνες, ο Ιούλιος Καίσαρ το 44 Π.Χ. και ο Καλιγούλας το 37 Π.Χ. κάνουν σχέδια τομής του Ισθμού, τα οποία όμως εγκαταλείφθηκαν για πολιτικούς και στρατιωτικούς λόγους.
Την έναρξη των εργασιών έκανε ο ίδιος ο αυτοκράτορας στις 28 Νοεμβρίου, δίδοντας το πρώτο χτύπημα στη γη του Ισθμού με χρυσή αξίνα.
Οι εργασίες εκσκαφής είχαν προχωρήσει σε μήκος 3.300 μ., σταμάτησαν όμως, όταν ο Νέρωνας αναγκάστηκε να γυρίσει στη Ρώμη για να αντιμετωπίσει την εξέγερση του στρατηγού Γάλβα.
Τελικά, με το θάνατο του Νέρωνα – που συνέβη λίγο μετά την επιστροφή του – το έργο εγκαταλείφθηκε.
Το πόσο σοβαρή και μελετημένη ήταν η προσπάθεια του Νέρωνα αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι κατά την οριστική διάνοιξη της διώρυγας, στους νεότερους χρόνους, βρέθηκαν 26 δοκιμαστικά πηγάδια βάθους 10 μέτρων το καθένα και διάφοροι τάφροι της εποχής του.
Μετά από αιώνες, οι Ενετοί προσπάθησαν να διανοίξουν τον ισθμό ξεκινώντας τις εκσκαφές του από τον Κορινθιακό αυτή τη φορά. Οι μεγάλες όμως δυσκολίες που συνάντησαν οδήγησαν σχεδόν αμέσως στη διακοπή των εργασιών.
Τα προκαταρκτικά της διόρυξης
Η πραγματοποίηση του έργου κρίθηκε αναγκαία από την μελέτη των συνθηκών του διεθνούς εμπορίου και της ναυτιλίας στη Μεσόγειο. Έτσι άρχισε η προσπάθεια εξεύρεσης κεφαλαίων από τη διεθνή χρηματαγορά.
Η δια του Ισθμού οδός παρείχε δυο σημαντικά πλεονεκτήματα στην διεθνή ναυτιλία και κατ’ επέκταση στο διεθνές εμπόριο. Ασφάλεια και Οικονομία.
Η παράκαμψη των επικίνδυνων ακρωτηρίων Κάβο Μαλέα και Κάβο Ματαπά δεν θα μείωνε μόνο τους κινδύνους από ναυτικά ατυχήματα, αλλά και το κόστος μεταφοράς (ασφάλιστρα, καύσιμα, χρόνος).
Μετά από τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ (1869), η Κυβέρνηση Ζαΐμη, το Νοέμβριο του 1869, έλαβε την απόφαση τομής του Ισθμού και ψήφισε το νόμο της « περί διορύξεως του Ισθμού της Κορίνθου».
Με το νόμο αυτό είχε δικαίωμα η κυβέρνηση να παραχωρήσει σε εταιρεία η ιδιώτη το προνόμιο κατασκευής και εκμεταλλεύσεως της διώρυγας της Κορίνθου.
Τελικά το 1881 το ελληνικό δημόσιο κατακύρωσε το έργο στον στρατηγό Στέφανο Τύρρ μαζί με το προνόμιο εκμεταλλεύσεως της διώρυγας για 99 χρόνια.
Ο Τύρρ, ένα χρόνο μετά την κατακύρωση του έργου, συνέστησε ανώνυμο εταιρεία με την επωνυμία «Διεθνής Εταιρεία της θαλασσίου Διώρυγας της Κορίνθου».
Με τη σύμβαση αυτή και ύστερα από διάφορες τροποποιήσεις, οι διαστάσεις της διώρυγας καθορίστηκαν τελικά σε 22μ. πλάτος στον πυθμένα, 24 μ. στην επιφάνεια της θάλασσας και βάθος 8 μ.
Η μελέτη του έργου έγινε από τον Ούγγρο Β. Gerfer, αρχιμηχανικό της διώρυγας Φραγκίσκου στην Ουγγαρία, και ελέγχθηκε από τον μηχανικό Daujats, αρχιμηχανικό της διώρυγας του Σουέζ.
Για την τελική κατάληξη έγιναν μελέτες τριών χαράξεων.
Τελικά προκρίθηκε η χάραξη που είχε εφαρμόσει ο Νέρωνας σαν η πιο σωστή και οικονομική, σε μήκος 6.300 μ.
Ύστερα όμως από 8 χρόνια, το 1890, η εταιρεία αυτή διέκοψε τις εργασίες της – εξαιτίας της εξάντλησης όλων των κεφαλαίων της – και τελικά διαλύθηκε.
Τη συνέχιση του έργου ανέλαβε Ελληνική εταιρεία με την επωνυμία « Εταιρεία της Διώρυγας της Κορίνθου» υπό τον Α. Συγγρό, που ανέθεσε την εκτέλεση των εργασιών στην εργοληπτική εταιρεία του Α. Μάτσα, η οποία και αποπεράτωσε το έργο.
Έτσι στις 25.7.(7.8.) 1893 έγιναν τα εγκαίνια με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια.
Η διώρυγα κόβει σε ευθεία γραμμή τον Ισθμό της Κορίνθου, σε μήκος 6.346 μ. Το πλάτος της Διώρυγας στην επιφάνεια της θάλασσας είναι 24,6 μ. και στο βυθό της 21,3 μ., ενώ το βάθος της κυμαίνεται μεταξύ 7,50 έως 8 μ. Ο συνολικός όγκος των χωμάτων που εξορύχθηκαν για την κατασκευή της Διώρυγας έφθασε τα 12 εκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Η γεωλογική σύσταση των πρανών της Διώρυγας είναι ανομοιόμορφη, με ποικιλία γεωλογικής συστάσεως εδαφών, που κόβονται από δεκάδες ρήγματα με κατεύθυνση από Ανατολών προς Δυσμάς και με οξεία γωνία σχετικά με τον άξονα της Διώρυγας. Αυτή η ιδιόμορφη γεωλογική σύσταση είχε σαν συνέπεια καταπτώσεις κατά καιρούς μεγάλων όγκων χωμάτων, με αποτέλεσμα να παραμείνει η Διώρυγα κλειστή για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Συνολικά, από την έναρξη λειτουργίας της μέχρι το 1940, οι διάφορες καταπτώσεις προκάλεσαν το κλείσιμο της Διώρυγας για διάστημα 4 χρόνων. Η σημαντικότερη από τις καταπτώσεις αυτές έγινε το 1923 οπότε κατέπεσε όγκος χωμάτων 41.000 κυβικών μέτρων- και κράτησε τη Διώρυγα κλειστή για 2 χρόνια.
Επίσης μεγάλη διακοπή της λειτουργίας της Διώρυγας έγινε το 1944 και οφείλεται σε ανατίναξη των πρανών που προκάλεσαν οι Γερμανοί φεύγοντας. Κατέπεσε τότε όγκος 60.000 κυβικών μέτρων χωμάτων, οι δε εργασίες εκφράξεως κράτησαν 5 χρόνια (1944-1949).Ας σημειωθεί ότι πριν από την ανατίναξη οι Γερμανοί έριξαν στη Διώρυγα σημαντικό αριθμό σιδηροδρομικών οχημάτων, για να δυσχεράνουν το έργο της έκφραξης, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, διήρκεσε 5 χρόνια.
Η «Εταιρεία της Διώρυγας της Κορίνθου» εκμεταλλεύτηκε τη διώρυγα μέχρι το 1906, οπότε, από οικονομική αδυναμία, αναγκάστηκε να την εκποιήσει και, ύστερα από πλειστηριασμό, την ανέλαβε η Εθνική τράπεζα, που ίδρυσε την « Νέαν Ανώνυμον Εταιρείαν της διώρυγας της Κορίνθου».Από την 1η Νοεμβρίου 1980 η εκμετάλλευση της διώρυγας περιήλθε στο Ελληνικό δημόσιο, το οποίο συνέστησε Κρατική εταιρεία, με την επωνυμία « Ανώνυμος Εταιρεία Διώρυγας Κορίνθου».
Ωραία και ουσιώδης ανάρτηση.