Κυριακή, 4 Μαΐου, 2025

Σταθερές οι τιμές στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια παρά την αύξηση κόστους καυσίμου

δεν αποκλείεται στο μέλλον να τεθεί εκ νέου ζήτημα αναπροσαρμογής

- Advertisement -

Παρά τη σημαντική αύξηση του κόστους των ναυτιλιακών καυσίμων το τελευταίο διάστημα, οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων παραμένουν σταθερές, χωρίς να παρατηρείται μετακύλιση του πρόσθετου κόστους στον επιβάτη.

Οι ακτοπλοϊκές εταιρείες, αν και δέχονται ισχυρές πιέσεις από το αυξημένο λειτουργικό κόστος, επιλέγουν να απορροφήσουν την επιβάρυνση, προκειμένου να διατηρήσουν την ελκυστικότητα των θαλάσσιων μετακινήσεων και να στηρίξουν τον τουρισμό και την εγχώρια οικονομία ενόψει της καλοκαιρινής περιόδου.

Η τιμή των ναυτιλιακών καυσίμων, που αποτελεί βασικό παράγοντα διαμόρφωσης του κόστους λειτουργίας των πλοίων, έχει αυξηθεί αισθητά λόγω των διεθνών εξελίξεων στις αγορές ενέργειας, της αβεβαιότητας στις προμήθειες και των γεωπολιτικών εντάσεων. Παρά τις δυσμενείς αυτές συνθήκες, δεν έχουν καταγραφεί αυξήσεις στα εισιτήρια, γεγονός που αποδίδεται τόσο σε στρατηγικές επιλογές των εταιρειών όσο και στην ανάγκη για διατήρηση της ανταγωνιστικότητας έναντι άλλων μέσων μεταφοράς.

Η σταθερότητα των τιμών αντανακλά επίσης τις προσπάθειες του κλάδου να στηρίξει τα νησιά, για τα οποία η ακτοπλοΐα αποτελεί βασική σύνδεση με την ηπειρωτική χώρα. Επιπλέον, η συγκράτηση των τιμών θεωρείται κρίσιμη για την ενίσχυση της τουριστικής ζήτησης και την προσέλκυση επισκεπτών, σε μια περίοδο που η οικονομική πίεση στους πολίτες παραμένει έντονη.

Παρότι η παρούσα συγκράτηση των τιμών αποτελεί θετική εξέλιξη για το επιβατικό κοινό, δεν αποκλείεται στο μέλλον να τεθεί εκ νέου ζήτημα αναπροσαρμογής, εφόσον οι συνθήκες επιδεινωθούν περαιτέρω. Προς το παρόν, πάντως, οι επιβάτες μπορούν να προγραμματίσουν τα ταξίδια τους χωρίς επιπλέον οικονομική επιβάρυνση, γεγονός που ενισχύει την κινητικότητα και προωθεί τη νησιωτικότητα.

Από την 1η Μαΐου έχει τεθεί σε ισχύ η αύξηση της τιμής των ναυτιλιακών καυσίμων, γεγονός που αναμένεται να επιβαρύνει σημαντικά το κόστος λειτουργίας των ακτοπλοϊκών εταιρειών. Ωστόσο, οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων στην ελληνική αγορά παραμένουν σταθερές. Σε αυτό έχει συμβάλει καθοριστικά η παρέμβαση του Υπουργείου Ναυτιλίας, το οποίο προχώρησε σε μείωση των λιμενικών τελών κατά 50%, προσφέροντας έτσι ένα ουσιαστικό αντιστάθμισμα στο αυξημένο κόστος καυσίμων.

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), Διονύσης Θεοδωράτος, υπογράμμισε σε δηλώσεις του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων πως η διατήρηση των τιμών δεν σημαίνει ότι τα εισιτήρια είναι φθηνά. Αντίθετα, αναγνωρίζεται πως το κόστος είναι υψηλό, όμως ήδη έχουν υλοποιηθεί εμπορικές πρωτοβουλίες που προσφέρουν εκπτώσεις, όπως αυτές που εφαρμόστηκαν την περίοδο του Πάσχα, με ιδιαίτερη έμφαση στις οικογένειες.

Ο κ. Θεοδωράτος ανέφερε ότι τα ταχύπλοα ενδέχεται να προσφέρουν επιπλέον εκπτώσεις στο άμεσο μέλλον, καθώς ήδη χρησιμοποιούν το νέο τύπο καυσίμου και δεν πλήττονται τόσο από την πρόσφατη αύξηση. Παράλληλα, προτείνει τη μείωση των συντελεστών ΦΠΑ στα εισιτήρια τόσο για τους επιβάτες (από το 13%) όσο και για τα οχήματα (από το 24%), επισημαίνοντας ότι τα συνοδευόμενα οχήματα δεν θα έπρεπε να θεωρούνται εμπορευματικά αγαθά.

Η πρόταση αυτή ενισχύεται από τη νέα ευρωπαϊκή Οδηγία (ΕΕ) 2022/542, η οποία από την 1η Ιανουαρίου 2025 δίνει τη δυνατότητα στα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ τόσο στην επιβατική ακτοπλοΐα όσο και στη μεταφορά οχημάτων και συναφών υπηρεσιών. Ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ θεωρεί ότι μια τέτοια αλλαγή μπορεί να εφαρμοστεί εύκολα από το οικονομικό επιτελείο, με περιορισμένο δημοσιονομικό κόστος, καθώς η απώλεια εσόδων θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από την ενίσχυση της επιβατικής ζήτησης.

Σε ερώτηση για το αν η μείωση του ΦΠΑ θα περάσει τελικά στον καταναλωτή ή θα παραμείνει στα ταμεία των εταιρειών, ο κ. Θεοδωράτος κάλεσε το Υπουργείο Ναυτιλίας να προχωρήσει σε ελέγχους μέσω του παρατηρητηρίου τιμών, ώστε να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η μετακύλιση του οφέλους στους επιβάτες.

Τόνισε επίσης πως, παρά το ότι η Ελλάδα αντιστοιχεί μόλις στο 2% του ευρωπαϊκού πληθυσμού, διαχειρίζεται το 18% της ακτοπλοϊκής κίνησης της Ε.Ε. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να διατηρεί τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, με 13% για τους επιβάτες και 24% για τα οχήματα, τη στιγμή που άλλες χώρες εφαρμόζουν σημαντικά χαμηλότερους συντελεστές: 10% στην Ισπανία και τη Φινλανδία, 6% στη Σουηδία, 5% στην Ιταλία και 0% στη Μάλτα και τη Δανία.

Ο κ. Θεοδωράτος υπενθύμισε ότι το 40% των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων διατίθενται ήδη με εκπτώσεις, είτε μέσω υποχρεωτικών κοινωνικών παροχών είτε μέσω εμπορικών προσφορών. Επισήμανε, ωστόσο, πως σε αντίθεση με άλλα μέσα μεταφοράς, όπως τα ΚΤΕΛ, οι ακτοπλοϊκές εταιρείες δεν λαμβάνουν κρατικές αποζημιώσεις για τις εκπτώσεις που είναι υποχρεωμένες να παρέχουν, με αποτέλεσμα να επωμίζονται το κόστος εξολοκλήρου.

Ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ κατέληξε επισημαίνοντας πως η σταθερότητα στις τιμές των εισιτηρίων, εν μέσω αυξημένων εξόδων, είναι αποτέλεσμα συντονισμένης προσπάθειας για τη στήριξη της νησιωτικής συγκοινωνίας και της ευρύτερης τουριστικής κίνησης, με ταυτόχρονο αίτημα προς την Πολιτεία να διασφαλίσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για ένα πιο ανταγωνιστικό και βιώσιμο ακτοπλοϊκό δίκτυο.

Την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης των λιμενικών υποδομών στα νησιά του Αιγαίου και γενικότερα σε όλη τη νησιωτική Ελλάδα ανέδειξε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), Διονύσης Θεοδωράτος, εστιάζοντας τόσο στην ασφάλεια των επιβατών και των πλοίων όσο και στην εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών αναμονής στα λιμάνια. Σε πολλές περιοχές της χώρας, οι λιμενικές εγκαταστάσεις παραμένουν ανεπαρκείς, με αποτέλεσμα οι επιβάτες να περιμένουν τα πλοία τους κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες, χωρίς την απαραίτητη υποδομή που θα εξασφάλιζε άνεση και προστασία.

Ο κ. Θεοδωράτος υπενθύμισε ότι η Ένωση Πλοιάρχων δημοσιεύει ετησίως μελέτη για τις ελλείψεις των ελληνικών λιμανιών, επισημαίνοντας πως η Πολιτεία, τα λιμενικά ταμεία και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης οφείλουν να λάβουν σοβαρά υπόψη τα ευρήματα αυτών των εκθέσεων και να προχωρήσουν σε ουσιαστικές παρεμβάσεις. Στόχος είναι τα λιμάνια να καταστούν περισσότερο φιλικά και λειτουργικά τόσο για τους επιβάτες όσο και για τα πλοία, ενισχύοντας την εμπειρία των ταξιδιωτών και διασφαλίζοντας την ομαλή προσέγγιση και παραμονή των πλοίων.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε και στη διαχείριση των εσόδων των λιμενικών ταμείων, με τον πρόεδρο του ΣΕΕΝ να τονίζει την ανάγκη διαφάνειας και ορθολογικής κατανομής των πόρων. Όπως σημείωσε, υπάρχουν χαρακτηριστικές περιπτώσεις στις Κυκλάδες όπου τρία λιμενικά ταμεία συγκεντρώνουν πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ το καθένα μόνο από μία ακτοπλοϊκή εταιρεία, χωρίς να παρατηρείται η ανάλογη επένδυση στις υποδομές που εξυπηρετούν τους ίδιους τους φορείς εσόδων.

Αναφορικά με τη μείωση των λιμενικών τελών κατά 50%, ο κ. Θεοδωράτος διαβεβαίωσε ότι δεν αναμένεται να προκύψει πρόβλημα βιωσιμότητας για τα λιμενικά ταμεία. Το Υπουργείο Ναυτιλίας έχει προβλέψει την κάλυψη των απωλειών μέσω χρηματοδότησης από το Πράσινο Ταμείο, το οποίο θα διαθέσει κονδύλια αποκλειστικά για έργα και παρεμβάσεις που σχετίζονται με την περιβαλλοντική αναβάθμιση των λιμενικών εγκαταστάσεων. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία αναμένεται να ενισχύσει τη βιωσιμότητα και την περιβαλλοντική ευθύνη των λιμανιών, ενώ παράλληλα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών στους χώρους αναμονής και επιβίβασης των επιβατών.

Η μετάβαση της ελληνικής ακτοπλοΐας σε ένα πιο φιλικό προς το περιβάλλον μοντέλο, σε συμφωνία με τους στόχους της ευρωπαϊκής στρατηγικής «Fit for 55», βρίσκεται σε εξέλιξη, ωστόσο δεν έχουν ενεργοποιηθεί ακόμη τα απαραίτητα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα μπορούσαν να στηρίξουν ουσιαστικά αυτή την προσπάθεια. Όπως δήλωσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), Διονύσης Θεοδωράτος, αν και η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Ναυτιλίας είχε ξεκινήσει την κατάρτιση προτάσεων και την ανάθεση μελετών για την ανανέωση του στόλου, μέχρι σήμερα δεν έχει ανοίξει καμία σχετική επενδυτική ή δημοσιονομική γραμμή που να επιτρέπει την προμήθεια ή κατασκευή «πράσινων» πλοίων.

Η πρόκληση, όπως εξήγησε, είναι διπλή. Αφενός αφορά την αντικατάσταση του γερασμένου στόλου, του οποίου ο μέσος όρος ηλικίας αναμένεται να φτάσει τα 36 έτη έως το 2030. Αφετέρου, περιλαμβάνει την τεχνολογική αναβάθμιση των νεότερων πλοίων ώστε να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες περιβαλλοντικές απαιτήσεις, χρησιμοποιώντας καθαρότερα καύσιμα όπως LNG και μεθανόλη. Η πλήρης ανανέωση των πλοίων ηλικίας άνω των 25 ετών απαιτεί επενδύσεις που ξεπερνούν τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η αναβάθμιση των σκαφών κάτω των 20 ετών εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 200 εκατομμύρια ευρώ.

Στην εξίσωση αυτή προστίθεται και η επιβάρυνση που συνεπάγεται η ένταξη της ακτοπλοΐας στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU ETS). Ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ τόνισε ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη κρίσιμα χαρακτηριστικά της ελληνικής ακτοπλοΐας, όπως η έντονη εποχικότητα, το υψηλό ενεργειακό κόστος και οι ιδιαίτερα απαιτητικές συνθήκες λειτουργίας στα απομακρυσμένα νησιά. Παράλληλα, υπογράμμισε την ανάγκη θεσμοθέτησης πολυετών συμβάσεων, ειδικά για τις άγονες γραμμές. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η προκήρυξη 12ετών συμβάσεων θα λειτουργούσε ως ισχυρό κίνητρο για επενδύσεις, δίνοντας στους πλοιοκτήτες τη σιγουριά ότι θα εξασφαλίσουν μακροχρόνια δραστηριότητα και σταθερές αποζημιώσεις, γεγονός που τους επιτρέπει να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν την ανανέωση των στόλων τους με μεγαλύτερη ασφάλεια.

Ο κ. Θεοδωράτος έκανε επίσης λόγο για την ανάγκη δημιουργίας ενός ειδικού μηχανισμού, του λεγόμενου «Fund & Reward», ο οποίος θα διαχειρίζεται τα έσοδα που θα προκύπτουν από την εφαρμογή του EU ETS στην ακτοπλοΐα. Μέσω αυτού του μηχανισμού, οι πόροι που θα πληρώνει ο κλάδος για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει να επιστρέφονται στον ίδιο τον ναυτιλιακό τομέα με σκοπό να υποστηριχθεί η πράσινη μετάβαση. Τα κονδύλια αυτά θα μπορούν να χρηματοδοτούν επενδύσεις σε καθαρότερα καύσιμα, τεχνολογικές αναβαθμίσεις πλοίων με χαμηλές ή μηδενικές εκπομπές, καθώς και δράσεις που ενισχύουν τη βιωσιμότητα της ναυτιλιακής και εφοδιαστικής αλυσίδας στο σύνολό της.

Ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ ξεκαθάρισε ότι ο κλάδος δεν ζητά επιδοτήσεις, αλλά την αναλογική επιστροφή των πόρων που ήδη καταβάλλει στο πλαίσιο των νέων περιβαλλοντικών πολιτικών της Ε.Ε. Πρόκειται, όπως είπε, για μια επένδυση που δεν ωφελεί μόνο τις ναυτιλιακές εταιρείες, αλλά το σύνολο της κοινωνίας, μέσω της προώθησης καθαρών μεταφορών, της μείωσης των εκπομπών και της διατήρησης αξιόπιστης σύνδεσης με τις νησιωτικές περιοχές.

Η προσέλκυση νέων στο ναυτικό επάγγελμα αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική ναυτιλία και ειδικότερα η ακτοπλοΐα. Όπως επεσήμανε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), Διονύσης Θεοδωράτος, πρόκειται για το επόμενο μεγάλο στοίχημα του κλάδου, το οποίο απαιτεί μια ευρύτερη, συντονισμένη και ρεαλιστική προσέγγιση.

Ο κ. Θεοδωράτος σημείωσε ότι η προσέλκυση των νέων στο ναυτικό επάγγελμα δεν μπορεί πλέον να βασίζεται αποκλειστικά στο ύψος των αποδοχών. Οι σημερινές και μελλοντικές γενιές αναζητούν προοπτική, αξιοκρατικό περιβάλλον και ποιότητα ζωής. Πρόκειται για ένα συνολικό σύστημα επαγγελματικής πορείας που θα πρέπει να εμπνέει εμπιστοσύνη, να προσφέρει σταθερότητα και να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις για προσωπική και επαγγελματική εξέλιξη.

Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, απαιτείται η συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων: των ακτοπλοϊκών εταιρειών, της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας (ΠΝΟ) και του Υπουργείου Ναυτιλίας. Μόνο μέσα από μια συλλογική προσπάθεια μπορεί να αναδειχθεί ο ναυτικός κλάδος ως ελκυστική επαγγελματική επιλογή για τους νέους.

Ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ τόνισε ότι ο κλάδος είναι έτοιμος να συμβάλει ενεργά στον διάλογο για την αναμόρφωση της ναυτικής εκπαίδευσης. Εξέφρασε τη στήριξή του στην πρωτοβουλία του Υπουργείου Ναυτιλίας να καταρτιστεί το φθινόπωρο ένα ολοκληρωμένο, ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο σχέδιο, με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων. Η δημιουργία ενός σύγχρονου πλαισίου εκπαίδευσης, πρακτικής άσκησης και επαγγελματικής ανέλιξης θεωρείται καθοριστική, όχι μόνο για την κάλυψη των σημερινών αναγκών στελέχωσης, αλλά και για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής ακτοπλοΐας στο μέλλον.

- Advertisement -
ΠΗΓΗnewsit

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δείτε ακόμα

Σχετικά άρθρα

loutrakiblog