Εάν το σχέδιο πάει καλά, η αλλαγή θα είναι προάγγελος για το κυβερνητικό επιτελείο του Πεκίνου να μεταρρυθμίσει τον μηχανισμό για τα καύσιμα των μεταφορών. Οι αναδυόμενες οικονομίες όπως είναι η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία ξοδεύουν δισεκατομμύρια δολαρίων, για να επιδοτήσουν τα καύσιμα και συχνά κατηγορούνται για διογκωμένες τιμές, καθώς οι μεμονωμένοι πελάτες δεν κατανοούν την πίεση, που ασκείται για να είναι η τιμή ελεγχόμενη.
«Η νέα τιμολόγηση των καυσίμων για τα αεροσκάφη είναι ένα βήμα παραπέρα, για να περάσουμε στο σύστημα, που δίνει προτεραιότητα στην αγορά» αναφέρει σε ανακοίνωσή του το τμήμα για τον μακροπρόσθεσμο σχεδιασμό της Εθνικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη και τις Μεταρρυθμίσεις της Κίνας (NDRC). «Είναι ένα ακόμη πείραμα μεταρρύθμισης, που κάνει η Κίνα στην αφορά των καυσίμων» αναφέρεται επίσης.
«Με μια τέτοια σύνδεση, θα μπορούμε να αποφύγουμε την κατάσταση, όταν οι εγχώριες τιμές των καυσίμων βρίσκονται χαμηλότερα σε σχέση με τις τιμές στην διεθνή αγορά και τα διυλιστήρια δεν έχουν κίνητρο για να αυξήσουν την παραγωγή του » τόνισε στέλεχος της Εθνικής Εταιρείας για τα καύσιμα των αεροσκαφών της Κίνας (CNAF). «Αυτό το νέο σύστημα μας παρέχει μεγαλύτερη ευελιξία για να διασφαλίσουμε την προμήθεια καυσίμων από τις διεθνείς αγορές» πρόσθεσε.
Η CNAF, η οποία ελέγχει τις υποδομές προμήθειας των καυσίμων, εισάγει ετησίως περί το ¼ των καυσίμων ήτοι 400.000 βαρέλια ανά ημέρα, που προορίζονται για διάθεση στις αεροπορικές εταιρείες της χώρας. Η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά καυσίμων για αεροσκάφη στον κόσμο. Παράλληλα, η κινέζικη εταιρεία καυσίμων για αεροσκάφη (CAO), θυγατρική της CNAF, εισάγει πάνω από το 95% των καυσίμων για αεροσκάφη και σε ανακοίνωσή της αναφέρει ότι η αλλαγή θα προσφέρει μεγαλύτερο κίνητρο στα τοπικά διυλιστήρια να παράγουν και να προμηθεύουν περισσότερα καύσιμα στην αγορά.
Το στέλεχος αεροπορικής εταιρείας με έδρα τη Σαγκάη δήλωσε ότι προσδοκά η αλλαγή να έχει μικρό αντίκτυπο στην ίδια την εταιρεία, καθώς οι διεθνείς πτήσεις αντιστοιχούν στο 40% της κατανάλωσης καυσίμου της εταιρείας.
«Βέβαια, η NDRC πρέπει τώρα να μειώσει γρηγορότερα την εγχώρια τιμή στα καύσιμα, εφ’ όσον η τιμή διεθνώς μειωθεί» δήλωσε ο εκπρόσωπος της Επιτροπής. «Στο παρελθόν, η Επιτροπή μπορούσε να αυξήσει την τιμή αμέσως, μετά την αύξηση της μέσης παγκόσμιας τιμής, αλλά η μείωση γινόταν πολύ αργότερα, στην περίπτωση που οι δείκτες τιμών για τα καύσιμα είχαν για μεγάλο διάστημα πτωτική πορεία».
Οι συνδεδεμένες τοπικές τιμές με την αγορά της Σιγκαπούρης θα επιβαρύνουν τον συγκριτικό πίνακα του δείκτη, καθώς οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Κίνας θα έχουν μεγαλύτερο κίνητρο να ενισχύσουν την προμήθειά τους σε καύσιμα, δηλώνουν οι χρηματιστές.
Το Πεκίνο δίνει μάχη, για να αναδιοργανώσει το σύστημα, με σκοπό να αντανακλά το αγοραίο κόστος και να περιορίζει την υπέρμετρη κατανάλωση καυσίμου. Μπορεί η μεταρρύθμιση, προς το παρόν να μην «κολλήσει», καθώς μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της λιανικής τιμής του καυσίμου και πιθανότατα να υποδαυλίσει τον πληθωρισμό.
Με το νέο σύστημα, η CNAF θα διαπραγματεύεται με τα μεγαλύτερα διυλιστήρια, όπως είναι το Sinopec, το PetroChina και το CNOOC με ετήσιο ασφάλιστρο για τις εισαγωγές καυσίμων για τα αεροσκάφη, το οποίο θα προστίθεται σε κάθε μηνιαία τιμολόγηση.
Η Επιτροπή (CNAF) έχει ήδη θέσει ένα προσωρινό τέλος στις τιμές από το διυλιστήριο, το οποίο δεν θα υπερβαίνει το κόστος εισαγωγής από την Σιγκαπούρη την μεταβατική περίοδο, αλλά δεν καθορίζεται, πότε το τέλος θα καταργηθεί.