Στενεύουν δραματικά τα περιθώρια για την υλοποίηση των έργων Πληροφορικής που έχουν απομείνει στην “ουρά” του Ταμείου Ανάκαμψης και πλέον υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να μην προλάβουν να υλοποιηθούν έγκαιρα και να χαθεί η χρηματοδότηση.
Οι εταιρείες Πληροφορικής, που έχουν ως ‘’προίκα’’’ ένα τεράστιο ανεκτέλεστο συμβάσεων που ξεπερνά κατά προσέγγιση τα 2,5 δις ευρώ, έχουν επιδοθεί σε έναν άνευ προηγουμένου αγώνα δρόμου ώστε να προλάβουν να παραδώσουν τα έργα στις προθεσμίες και τα χρονοδιαγράμματα για τα οποία έχουν δεσμευτεί, ενώ τηρούν επιφυλακτική στάση απέναντι στην ανάληψη νέων projects.
Ο όγκος των έργων είναι τόσο μεγάλος, που κάποια εξ αυτών υπάρχει περίπτωση να μην ολοκληρωθούν, καθώς τα χρονικά περιθώρια είναι πλέον ασφυκτικά, με την προθεσμία να εκπνέει σε ένα χρόνο από τώρα, και συγκεκριμένα το Μάιο του 2026. Ταυτόχρονα, παράγοντες της αγοράς εκφράζουν την ανησυχία τους ότι “οι δουλειές δεν θα γίνουν καλά”, καθώς όπως μεταφέρουν “οι χρόνοι δεν βγαίνουν”.
“Όλοι ευελπιστούμε το Ταμείο Ανάκαμψης να πάρει παράταση. Εκτίμηση μου είναι ότι δεν θα δοθεί παράταση. Μακάρι να διαψευστώ. Πλέον είμαστε προσεκτικοί στο να υπογράφουμε έργα με ημερομηνία λήξης τον Μάιο του 2026 και με την ευθύνη να βαραίνει αποκλειστικά τον ανάδοχο, που υπό κανονικές συνθήκες θα διέθεταν χρόνο υλοποίησης τρία χρόνια. Κάποια έργα είναι επιτυχημένα, για κάποια άλλα όμως δεν ξέρω τι θα γίνει“, δήλωσε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της Uni Systems, Γιάννης Λουμάκης, δίνοντας μια εικόνα της κατάστασης που επικρατεί.
Αυτή τη στιγμή στην αγορά Πληροφορικής υπάρχουν τα έργα εκείνα τα οποία προκηρύχθηκαν εγκαίρως και συμβασιοποιήθηκαν σχετικά γρήγορα. Τα συγκεκριμένα έργα αναμένεται να παραδοθούν στην ώρα τους χωρίς να περαιτέρω προβλήματα.
Υπάρχει, όμως από την άλλη, μια μεγάλη μερίδα εμβληματικών έργων που για διάφορους λόγους είχαν ή έχουν “κολλήσει” και πλέον εκφράζονται φόβοι για το αν θα παραδοθούν εγκαίρως.
Χαρακτηριστικό, πρόσφατο, παράδειγμα αποτελεί το έργο για την Ψηφιοποίηση Αρχείων του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, συνολικής αξίας 235,6 εκατ. ευρώ συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ και των δικαιωμάτων προαίρεσης.
Ο σχετικός διαγωνισμός προκηρύχθηκε το Δεκέμβριο του 2022, ενώ το Μάρτιο του 2024 υπεγράφη η συμφωνία – πλαίσιο με τους αναδόχους. Στη συνέχεια ανέκυψε ζήτημα με τα προσωπικά δεδομένα των ασθενών δημιουργώντας νέο γύρο καθυστερήσεων στην υπογραφή των εκτελεστικών συμβάσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, σοβαρές καθυστερήσεις παρατηρούνται και στο έργο που αφορά στην ψηφιακή ετοιμότητα των νοσοκομείων, συνολικού προϋπολογισμού 111 εκατ. ευρώ.
Σε ακόμα πιο δύσκολη ‘’μοίρα’’ βρίσκονται τα έργα που ακόμα είναι σε φάση αξιολόγησης και δεν υπάρχει καν ανάδοχος. Εκεί τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα και η υλοποίηση τους θα ισοδυναμεί με ένα ‘’θαύμα’’, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα.
Ένα από πλέον αβέβαια έργα είναι και αυτό για την κυβερνοασφάλεια στο Δημόσιο (“Δράσεις για την Ενίσχυση της Ασφάλειας των Πληροφοριών και των Συστημάτων του Δημοσίου Τομέα”), αξίας άνω των 100 εκατ.
Στο συγκεκριμένο διαγωνισμό έχουν “κατέβει” σε κοινοπρακτικά σχήματα όλες οι telcos και οι μεγάλοι “παίκτες” της αγοράς Πληροφορικής, με τον ανταγωνισμό να είναι έντονος.
Ακόμα και αν οι διαδικασίες ‘’τρέξουν’’ πολύ γρήγορα και δεν υπάρξουν προσφυγές, ανάδοχος και υπογραφή σύμβασης δεν πρόκειται να υπάρξει πριν από τον Οκτώβριο. Όποτε, μοιάζει σχεδόν ακατόρθωτο ένα τέτοιας κλίμακας έργο να μπορέσει να ολοκληρωθεί μέσα σε μερικούς μήνες.
Επίσης, αμφίβολη κρίνεται και η πορεία των έργων που σχετίζονται με τον ψηφιακό μετασχηματισμό του τουρισμού, όπως είναι για παράδειγμα το Ε-ΜΗΤΕ (Ηλεκτρονικό Μητρώο Τουριστικών Επιχειρήσεων). Ο συγκεκριμένος διαγωνισμός για το Ε-ΜΗΤΕ “έπεσε”, ύστερα από προσφυγές διεκδικητών του έργου, επαναπροκηρύχθηκε και βρίσκεται ακόμα σε φάση αξιολόγησης των προσφορών.
Χωρίς πρόβλεψη για συντήρηση
Πάντως, ακόμα ένα ζήτημα που προκαλεί προβληματισμό είναι πως παρά τον τεράστιο όγκο των συμβασιοποιημένων έργων, δεν υπάρχει πρόνοια για τη συντήρηση των ψηφιακών υποδομών του δημοσίου, ώστε τα πολύπλοκα αυτά έργα να παραμείνουν σε πλήρη λειτουργία και να διαθέτουν τις τελευταίες ενημερώσεις.
Όπως εκτιμούν στελέχη της αγοράς Πληροφορικής, το ετήσιο κόστος για τη συντήρηση των ψηφιακών υποδομών της κρατικής διοίκησης ανέρχεται σε περίπου 750 εκατ. – ένα δις ευρώ. Το ζήτημα της εξεύρεσης κονδυλίων για τη συντήρηση των έργων, μετά την παρέλευση των 2-3 ετών από την υποστήριξη που παρέχουν, συνήθως, βάσει συμβατικών υποχρεώσεων οι ανάδοχοι, είναι ένα ζήτημα το οποίο αναμένεται να απασχολήσει την αγορά τα επόμενα χρόνια.
“Όλα αυτά τα έργα, αν δεν υπάρχει το κομμάτι της υποστήριξης και της συντήρησης, απαξιώνονται. Αυτό βέβαια δεν είναι μόνο θέμα για την Πληροφορική. Θα πρέπει να εξασφαλιστούν κονδύλια, είτε από το ΕΣΠΑ είτε από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, για να υποστηριχτούν αυτά τα έργα”, ανέφερε ο κ. Λουμάκης.